Καλοκαιρινές ψυχοθεραπείες

Καλοκαιρινές ψυχοθεραπείες.

Λίγο πριν το Δεκαπενταύγουστο και επηρεασμένη από τα τηλεφωνήματα που δέχομαι, αποφάσισα να γράψω ένα κειμενάκι, με καλοκαιρινή διάθεση, για τις ψυχοθεραπείες του καλοκαιριού.

Υπάρχουν οι θεραπευόμενοι του χειμώνα. Που έχουν κάνει τη σκληρή δουλειά όλο το χρόνο και το καλοκαίρι προετοιμάζονται για τις διακοπές τους. Οι άνθρωποι που δουλεύουν μέχρι τελευταία στιγμή και δε σταματούν να φέρνουν θέματα προς επεξεργασία, ενώ συνήθως η διακοπή είναι κάτι που συζητείται και συμφωνείται από κοινού. Αυτοί είναι οι δεσμευμένοι, οι θεραπευόμενοι που δεν “κλέβουν”. Το καλοκαίρι είναι και μία καλή περίοδος να επαναδιαπραγματευτούμε το θεραπευτικό μας συμβόλαιο με τον ψυχολόγο, ώστε να επανέλθουμε μετά τις διακοπές μας με όρεξη για δουλειά. Όταν λοιπόν θέτω το ερώτημα “Πώς θα ήθελες να πορευτούμε μετά τις διακοπές μας;”, συνήθως οι “εργατικοί θεραπευόμενοι” έχουν έτοιμη μία εύστοχη και επεξεργασμένη απάντηση.

Υπάρχουν -από την άλλη- και οι θεραπευόμενοι που ταυτίζουν το καλοκαίρι με το κλείσιμο της ψυχοθεραπείας. Πού είναι το κακό με αυτό, θα αναρωτηθεί κανείς. Καλό είναι να υπάρχουν ποιοτικά -και όχι συγκυριακά- κριτήρια για το κλείσιμο μίας ψυχοθεραπείας. Όταν κλείνει μία ψυχοθεραπεία το καλοκαίρι, αναπόφευκτα μου έρχεται στο νου η σχολική χρονιά και ότι πολλοί θεραπευόμενοι μπερδεύονται συχνά και λένε τη συνεδρία “μάθημα”. Επίσης, όταν κλείνει μία θεραπεία δεν είναι γιατί ο άνθρωπος έχει κλείσει με τα θέματά του. Γιατί όλα έχουν αποκατασταθεί και πάνε υπέροχα. Πόσες περιόδους στη ζωή μας νιώθουμε έτσι άλλωστε; Το κλείσιμο πολλές φορές συνοδεύεται με άγχος ή ανασφάλεια, αλλά και την επίγνωση ότι ο άνθρωπος είναι πιο ενδυναμωμένος και με περισσότερα εργαλεία για να αντιμετωπίσει τα δυσφορικά αυτά συναισθήματα.

Υπάρχουν βέβαια και οι άνθρωποι, οι οποίοι στάθηκαν και η αφορμή για το κείμενο αυτό, οι οποίοι επιλέγουν τις διακοπές για να φέρουν στη ψυχοθεραπεία τα δυσκολότερα και σκοτεινότερα κομμάτια τους. Αυτό είναι συχνά μία παγίδα για το ψυχοθεραπευτή, ο οποίος μπορεί και να παραβιάσει τις διακοπές του για ν’ ανακουφίσει το θεραπευόμενο. Για να είμαι πιο ακριβής, ο έμπειρος ψυχοθεραπευτής μπορεί να διακρίνει πότε πρέπει να παραβιάσει τις διακοπές του και πότε όχι. Αν ένα πυρηνικό θέμα του θεραπευόμενου έρχεται στην επιφάνεια την τελευταία εβδομάδα του Ιουλίου, τότε ο ψυχολόγος καλό είναι να διερευνήσει γιατί ο άνθρωπος φέρνει κάτι τόσο σημαντικό γι’ αυτόν σε μία τόσο ακατάλληλη στιγμή. Ήθελε να επιβεβαιώσει ότι πρόκειται για κάτι δυσεπίλυτο; Ότι κανείς δεν μπορεί να τον βοηθήσει; Θυμάμαι μία κοπέλα που μου είχε περιγράψει παλαιότερα ότι τα θέματά της πάντα με τις φίλες της ειπώνονταν “στη γωνία”. Ενώ δηλαδή είχε περάσει μία πολύωρη συνάντηση για καφέ να συζητάει για τις χαρές και τις δυσκολίες των φιλενάδων της, εκείνη, λίγο πριν τον αποχωρισμό και πριν κατευθυνθεί η καθεμία στο αυτοκίνητό της, έλεγε ό,τι την απασχολούσε. Αυτήν την κοπέλα και τη δυσκολία της θυμάμαι συχνά, όταν κάποιος, λίγο πριν τις διακοπές, φέρνει ένα πυρηνικό θέμα του για συζήτηση.

Λίγο πριν ξεκινήσω να γράφω το παρόν κείμενο, είχα μία κλίση στο κινητό μου. Μία κοπέλα, εμφανώς δυσκολεμένη, με κάλεσε για να κλείσει ραντεβού. Με ρώτησε με δυσπιστία αν βρίσκομαι στην Αθήνα. Δεν της έκανε εντύπωση ότι το γραφείο θα είναι κλειστό την επόμενη εβδομάδα λόγω Δεκαπενταύγουστου. Το θέμα της ήταν σοβαρό και χρόνιο. Τη ρώτησα αν είναι επείγον. Μου είπε ναι. Η κοπέλα ήταν σε κρίση. Της σύστησα τις εναλλακτικές λύσεις που έχει και τις αναίρεσε μία προς μία. Της είπα αν θέλει να την καλέσω όταν θα έχω το πρόγραμμά μου μπροστά για να κλείσουμε ένα ραντεβού την πρώτη μέρα της επιστροφής μου. Μου είπε ότι θα ξανακαλέσει η ίδια.

Πολλές φορές, η αίσθηση ότι οι άνθρωποι δε θα βρουν εύκολα βοήθεια και ο ειδικός πιθανόν δε θα είναι άμεσα διαθέσιμος, μπορεί να δυσκολεύει περισσότερο τους ανθρώπους. Τότε βέβαια μπορούν να ενεργοποιηθούν και οι εφεδρείες του θεραπευόμενου και να αναλάβει την ευθύνη του εαυτού του.

Στόχος της ψυχοθεραπείας είναι να διευκολύνει αυτή τη διεργασία. Η ψυχοθεραπεία δίνει εργαλεία ώστε είναι διαθέσιμα στον άνθρωπο όταν η βοήθεια δε θα έρθει από έξω.