Ψυχοθεραπεύοντας νεαρούς ενήλικες

Ψυχοθεραπεύοντας νεαρούς ενήλικες

Ψυχοθεραπεύοντας νεαρούς ενήλικες

Οι νεαροί ενήλικες (ηλικίας 18-25) είναι ένας άτυπος διαχωρισμός που κάνω για τους σκοπούς του παρόντος κειμένου, αλλά και γιατί θεωρώ ότι έχει νόημα, καθώς η ψυχοθεραπεία με άτομα αυτής της ηλικιακής ομάδας συχνά παρουσιάζει κοινά χαρακτηριστικά.

Οι νεαροί ενήλικες είναι πολλάκις εγκλωβισμένοι ανάμεσα στο παιδί και στον ενήλικα και συχνά δυσκολεύονται να μεταβούν από τη μία αναπτυξιακή φάση στην επόμενη. Αυτό συμβαίνει γιατί τις περισσότερες φορές η οικογένειά τους μεταχειρίζεται σαν παιδιά, ενώ ταυτόχρονα η ζωή έχει απ’ αυτόυς προσδοκίες ενηλίκων. Χαρακτηριστικό είναι ότι το άτομο καλείται να επιλέξει το επάγγελμά του πριν την ηλικία των 18, πολλές φορές και 17 ετών. Δεν είναι λίγες οι φορές που άνθρωποι έρχονται στο γραφείο μου με την πικρία της λανθασμένης επιλογής. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση μίας πρώην θεραπευόμενης, της Κ. Η Κ. ήρθε στο γραφείο μου ούσα φοιτήτρια της Νομικής Σχολής. Γνωρίζουμε όλοι πόση προσπάθεια απαιτείται για να καταφέρει κανείς να φοιτήσει και να ολοκληρώσει τη συγκεκριμένη σχολή. Χρειάστηκε να φτάσει στο τρίτο έτος η Κ. όμως και μετά από απίστευτο άγχος και αγωνία διαπίστωσε τη θλίψη της για την εγκατάλειψη του παιδικού της ονείρου, της κτηνιατρικής. Εγκλωβισμένη ανάμεσα σε δύσκολα μαθήματα, γονείς με τεράστιες προσδοκίες και την πίεση του οικογενειακού περιβάλλοντος, το όνειρο της κτηνιατρικής ολοένα και απομακρυνόταν και η Κ. ένιωθε απίστευτη πικρία και απογοήτευση από τη ζωή.

Πολλές φορές και η ίδια η κοινωνία δεν υποδέχεται τους νεαρούς ενήλικες με τον καλύτερο τρόπο. Την περίοδο που ξεκινούσε η κρίση και ενώ η Ζ. ερχόταν στο γραφείο μου για ενάμιση χρόνο, είδε το μισθό της να μειώνεται σχεδόν στο μισό. Αυτό συνέβη γιατί ήταν κάτω των 25 ετών. Μία κοπέλα που μπήκε στη ζωή με όρεξη για παραγωγικότητα και διαφοροποιήθηκε από την οικογένειά της με μεγάλο κόστος, αναγκαζόταν ν’ αναθεωρήσει τις συνθήκες που ζούσε και να προσαρμοστεί σε μία δυσάρεστη πραγματικότητα. Για τη Ζ. των 23 χρόνων όμως, η επιστροφή στο πατρικό σπίτι δεν ήταν επιλογή.

Οι νεαροί ενήλικες πολλές φορές μπαίνουν σε μία διαδικασία αναζήτησης ταυτότητας. “Τι είδους άντρας ή τι είδους γυναίκα θέλω να γίνω” είναι ένα ερώτημα που επιτακτικά ζητάει απαντήσεις. Πολλές φορές βέβαια η ενηλικίωση δεν έχει να κάνει με τη βιολογική ηλικία του ατόμου. Τις περισσότερες φορές όμως που κάποιος νεαρός ενήλικας περνάει την πόρτα του γραφείου μου, αργά ή γρήγορα αναδύονται ζητήματα προσωπικής ταυτότητας. Τότε είναι που κάποιος θεραπευόμενος θα χρειαστεί να “ξαναγνωριστεί” με το γονιό που μπορεί ν’ απουσιάζει ή να έχει πεθάνει, με το γονιό/τους γονείς με του οποίους μεγάλωσε, να δει την κληρονομία που εκούσια ή ακούσια έχει αναλάβει, να κοιτάξει κατάματα τον καθρέφτη του και στη συνέχεια να δει τα όνειρα και τις επιθυμίες
του.

Ήταν μόλις στις αρχικές μας συναντήσεις, όταν ο Τ. άρχισε να μιλάει με απίστευτο πόνο για τον πατέρα που δε γνώρισε. Είναι δύσκολο για ένα αγόρι να μεγαλώνει χωρίς πατέρα. Είναι ακόμα δυσκολότερο όμως όταν η μητέρα του δυσκολεύεται να του τον “γνωρίσει”. Για τον Τ., ο πατέρας που δε γνώρισε ήταν ένα άτομο με θολό πρόσωπο, μία λανθασμένη επιλογή της μητέρας που ποτέ δεν άντεξε να δει την πραγματικότητα, ένα απαγορευμένο θέμα στην οικογένεια, ένα τραύμα για το αγόρι που επιθυμούσε πλέον να γίνει άντρας και να γνωρίσει το γεννήτορά του.

Κάποιες φορές λοιπόν, αν όχι πάντα, η ενηλικίωση έρχεται με πόνο. Αυτό δε χρειάζεται να την καθιστά κακή ή αποφευκτέα. Την καθιστά μία ανθρώπινη εμπειρία που, βιώνοντάς τη, θα οδηγηθούμε στην ανάληψη του εαυτού μας, στην ενήλικη ζωή. Την ενήλικη ζωή που θα επιλέξει ο καθένας μας..

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *